Η αϋπνία, που είναι διπλάσια σε εμφάνιση στις γυναίκες, επηρεάζει το 6-10% των ενηλίκων. Είναι η περισσότερο κοινή διαταραχή ύπνου, ωστόσο συχνά δεν διαγιγνώσκεται και δεν αντιμετωπίζεται, αναφέρει νέα έρευνα. Οι συνέπειες μπορεί να είναι περισσότερο σοβαρές σε σχέση με την έλλειψη ύπνου κατά τη διάρκεια της ημέρας. Οι ερευνητές έχουν συνδέσει την αϋπνία με υπέρταση, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, διαβήτη και άλλες παθήσεις.
Αν και δεν υπάρχει σταθερός ορισμός για την αϋπνία, στα κριτήρια περιλαμβάνονται η προσπάθεια άνω των 30 λεπτών για να αποκοιμηθεί κάποιος, η πολύ πρωινή έγερση ή ο ύπνος που διαρκεί λιγότερο από 6,5 ώρες.
Οι Morin και Ruth Benca, του University of Wisconsin, αναφέρουν ότι αν κάποιος έχει τα παραπάνω συμπτώματα και αισθάνεται ότι δεν μπορεί να συγκεντρωθεί κατά τη διάρκεια της ημέρας επειδή είναι πολύ κουρασμένος, μπορεί ενδεχομένως να πάσχει από αϋπνία. Ωστόσο αν αισθάνεται καλά μετά τον ύπνο διάρκειας λιγότερο των 6 ωρών μπορεί απλώς να ανήκει στην κατηγορία των ανθρώπων που χρειάζονται λίγες ώρες ύπνου.
Αν και ορισμένοι άνθρωποι έχουν περιστασιακά αϋπνία, μια έρευνα που παρακολούθησε ανθρώπους με αϋπνία διαχρονικά, ανακάλυψε ότι σχεδόν το 70% δήλωσαν ότι την αντιμετώπιζαν ένα χρόνο αργότερα και μισοί μέχρι 3 χρόνια, αναφέρει η νέα έρευνα.
Οι Morin και Benca σημειώνουν ότι υπάρχουν λίγες ενδείξεις ότι μη συνταγογραφούμενα βοηθήματα όπως η μελατονίνη μπορούν να βοηθήσουν στον καλύτερο ύπνο όσους πάσχουν από αϋπνία, αλλά βοηθά η συμπεριφοριστική θεραπεία και συνταγογραφούμενα φάρμακα.
Οι άνθρωποι συχνά διστάζουν να αναζητήσουν βοήθεια επειδή φοβούνται ότι θα αποκτήσουν εξάρτηση από φάρμακα για την αντιμετώπιση της αϋπνίας, δήλωσε ο Morin. Πρόσθεσε ότι υπάρχουν απλά πράγματα που μπορεί να κάνει κάποιος για να κοιμάται καλά το βράδυ. Συχνά οι άνθρωποι πιστεύουν ότι το μόνο που μπορεί να γίνει είναι η συνταγογράφηση φαρμάκου.
Οι Morin και Benca σημειώνουν ότι η συμπεριφοριστική θεραπεία φάνηκε να έχει μακροχρόνια αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της αϋπνίας χωρίς κίνδυνο παρενεργειών.
Άνθρωποι με αϋπνία συχνά έχουν άλλες καταστάσεις όπως κατάθλιψη, άγχος και χρόνιο πόνο. Ο Morin δήλωσε ότι δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε μόνο την κατάθλιψη, το άγχος ή το χρόνιο πόνο και να υποθέτουμε ότι η αϋπνία θα εξαφανιστεί.
Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘The Lancet’.
Πηγές: ‘The Lancet’.
Αφήστε ένα σχόλιο